Τα καρκινώματα που παρουσιάζονται εντός των πόρων του μαστού, αλλά δεν ξεπερνούν τα όριά του ονομάζονται μη διηθητικά καρκινώματα (DUCTAL CARCINOMA IN SITU-DCIS). Οι μη διηθητικοί καρκίνοι δεν διαδίδονται στο υπόλοιπο σώμα, δηλαδή δεν μεθίστανται. Ένας μη διηθητικός καρκίνος μπορεί όμως, με το πέρασμα του χρόνου να γίνει διηθητικός, αν δεν γίνει η κατάλληλη θεραπεία.
Η θεραπεία για τον μη διηθητικό καρκίνο εξαρτάται τόσο από το μέγεθος της περιοχής που νοσεί όσο και την αναλογία της σε σχέση με τον όγκο του μαστού, αλλά και τη συνολική υγεία της ασθενούς. Οι περισσότερες ασθενείς θεραπεύονται με ογκεκτομή και συνεπακόλουθη ακτινοθεραπεία. Όταν το μέγεθος του μη διηθητικού καρκίνου είναι μικρό, δεν χρειάζεται να εξεταστούν οι λεμφαδένες της μασχαλιαίας χώρας γιατί η πιθανότητα μετάστασης σε αυτούς είναι εξαιρετικά μικρή. Όταν όμως, το μέγεθος του μη διηθητικού καρκίνου είναι μεγάλο (> 4εκ.), η θεραπεία συνίσταται από την μαστεκτομή. Η μαστεκρομή μπορεί πλέον να γίνει με χειρουργική τεχνική που αποφέρειάμεση αποκατάσταση του μαστού.
Όταν γίνεται μαστεκτομή, θα πρέπει να αφαιρεείται και ο λεμφαδένας φρουρός, επειδή ένδειξη μαστεκτομής αποτελούν οι μεγάλες διαστάσεις του μη διηθητικού καρκίνου, περίπτωση όπου αυξάνεται και η πιθανότητα να υπάρχει κρυμμένος διηθητικός καρκίνος στον λεμφαδένα φρουρό.. Αυτό γίνεται και γιατί είναι αδύνατη η εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την ολοκλήρωση της μαστεκτομής, σήμανση και αφαίρεση του λεμφαδένα φρουρού.
Η χημειοθεραπεία δεν είναι απαραίτητη στις γυναίκες με μη διηθητικό καρκίνο. Στην περίπτωση που ο μη διηθητικός καρκίνος είναι ορμονοθετικός και η γυναίκα δεν υπέστη μαστεκτομή, ακολουθείται αντιορμονική θεραπεία. Το φάρμακο που χρησιμοποιείται συνήθως είναι η Ταμοξιφένη. Η αντιορμονική θεραπεία μειώνει τις πιθανότητες υποτροπής του καρκίνου στο άρρωστο στήθος και επιπλέον μειώνει τις πιθανότητες εμφάνισης νέου καρκινώματος στο ετερόπλευρο στήθος.